Μετά από χρόνια σπέκουλα στα πατριωτικά αισθήματα των Ελλήνων μεταναστών στο Μόναχο αλλά και προσπαθώντας να κατευνάσουν την πραγματική ανάγκη αναβάθμισης της Ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης των Ελλήνων μεταναστών, οι Ελληνικές κυβερνήσεις δεσμεύτηκαν στην υλοποίηση ενός έργου που θα στέγαζε έναν σχετικά μικρό αριθμό μαθητών, με θολό το καθεστώς λειτουργίας του, στόχων και προϋποθέσεων φοίτησης σε αυτό.
Τα παραπάνω, έρχονται να υποστηρίξουν όλες οι υπόλοιπες ενέργειες του Ελληνικού Κράτους όσον αφορά την Ελληνόγλωσση εκπαίδευση των Ελλήνων μεταναστών τις τελευταίες 3 δεκαετίες: Αλλεπάλληλες απόπειρες κατάργησης ή συγχώνευσης των Δημοτικών – Γυμνασίων – Λυκείων ( που τις περισσότερες φορές αποκρούστηκαν από ένα καλά οργανωμένο και διεκδικητικό κίνημα γονέων- μαθητών-εκπαιδευτικών-εργαζομένων), υποβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας με κενά στις διδακτικές ώρες, λειψά ωρολόγια προγράμματα, καθυστέρηση έως και μη αποστολή συγγραμμάτων –ή αποστολή ηλεκτρονικών αρχείων ώστε να τυπωθούν συγγράμματα καλή τη διάθεση των ομογενειακών
Ταυτόχρονα, η ίδια η Ελληνική Κυβέρνηση συνέχιζε και συνεχίζει να καταβάλει υψηλά ενοίκια για ακατάλληλα σχολικά συγκροτήματα αλλά και να αδιαφορεί ουσιαστικά για την κάλυψη της πραγματικής ανάγκης φοίτησης των παιδιών των Ελλήνων μεταναστών σε σχολεία που θα ικανοποιούν τις παιδαγωγικές ανάγκες αλλά και τις ανάγκες ομαλής ένταξης τους στη Γερμανική κοινωνία.
«Αρωγό» σε αυτή την προσπάθεια απαξίωσης της Δημόσιας, Δωρεάν Ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης βρήκε – ηθελημένα ή αθέλητα – τις ενώσεις των γονέων και κηδεμόνων τα τελευταία χρόνια. Με την τακτική του «εργολάβου» και του «καλού διαπραγματευτή», με την απουσία θέλησης για κινηματική αντίδραση στο μοντέλο υποβάθμισης που Ελληνική κυβέρνηση και Γερμανική πλευρά περνούσαν ανοιχτά ή υπόγεια, με την υποκατάσταση των συλλογικών διαδικασιών με «εκδρομές» των προεδρείων στα υπουργεία και την ανούσια μεταφορά διαλόγων και υποσχέσεων, έβαλαν και βάζουν ουσιαστικά πλάτη στην απαξίωση των αναγκών των Ελλήνων μεταναστών στο θέμα της εκπαίδευσης. Από κοντά, η παντελής απουσία των «παραγοντίστικων» των Ελληνικών ομογενειακών φορέων, που για χρόνια «τάιζαν» τους Έλληνες μετανάστες με «πατριωτικές» κορώνες και δεκάρικους για το μεγαλείο της φυλής, σήμερα σιωπαίνουν για να μην πέσει πάνω τους η μήνις των οικογενειών των Ελλήνων μεταναστών.
Το Ελληνικό Σχολείο Μονάχου, με καθεστώς ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου, ήταν ένα από τα αιτήματα των μεταναστών ώστε να φύγει από το Ελληνικό Προξενείο ο βραχνάς των ενοικίων και να διοχετευθούν οι δεσμευμένοι πόροι σε αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Αυτό ήταν το αίτημα και η ελπίδα των εργαζομένων. Αυτές ήταν και οι υποσχέσεις των «παραγόντων». Αλλά η πραγματικότητα έδειξε ότι οι υποσχέσεις από τις ελπίδες απέχουν πολλά στάδια – ειδικά αν η ελπίδα δεν γίνεται αγώνα, διεκδίκηση πάλη για καλύτερη ζωή μακρυά από σωτήρες.
Δεσμεύτηκε κονδύλι ύψους 20 εκ. ΕΥΡΩ το 2013, βρέθηκε εργολάβος, παραχωρήθηκε ήδη από το 2001 το οικόπεδο για αυτό το σκοπό από το Δήμο του Μονάχου με ρήτρες παράδοσης αλλά και με δεσμεύσεις στήριξης από τη Γερμανική πλευρά και φτάσαμε στην απόφαση της 20ης Ιουλίου του Δημοτικού Συμβουλίου του Μονάχου, κατά την οποία η κυριότητα του οικοπέδου μαζί με όποια κατασκευή έχει γίνει σε αυτό περνάει στην ιδιοκτησία του Δήμου του Μονάχου, με τη δικαιολογία ότι οι αρχικές δεσμευτικές ρήτρες ουδέποτε εκπληρώθηκαν από την Ελληνική πλευρά.
Την ίδια στιγμή, ασαφές παραμένει τόσο η κατάσταση που οδήγησε στη μη τήρηση των συμφωνηθέντων, όσο και αν θα υπάρξει ουσιαστική απόδοση ευθυνών (ποινικών ή/και πολιτικών) για τη συγκεκριμένη εξέλιξη, καθώς χρήματα των Ελλήνων εργαζομένων ουσιαστικά δεν έφτασαν στον τελικό προορισμό τους.
Επίσης, μια μέρα μετά την απόφαση αυτή, ο ίδιος ο Υπουργός μιλάει για «μικρή πιθανότητα επιστροφής» χωρίς – και πάλι- να δεσμεύεται σε τίποτα σχετικό.
Οι Έλληνες εργαζόμενοι στο Μόναχο, πρέπει επιτέλους να βγάλουν ουσιαστικά συμπεράσματα: Από τη μια μεριά οι Ελληνικές κυβερνήσεις, πιστές στην εφαρμογή των μνημονίων, που χαρίζουν δισεκατομμύρια σε τράπεζες και εργολάβους και στέλνουν το λογαριασμό στο λαό, δεσμεύτηκαν να αποδώσουν στους Έλληνες μετανάστες ιδιόκτητο σχολικό συγκρότημα, χωρητικότητας 1/3 των Ελλήνων μαθητών. Κατήργησαν τμήματα μητρικής γλώσσας, δεν χρηματοδοτούν επαρκώς ότι λειτουργεί, δεν στέλνουν εκπαιδευτικούς ενώ σε αυτούς που στέλνουν τους μειώνουν τις απολαβές. Και τελικά, μετά από 3 χρόνια, δεν παρέδωσαν ούτε τα υποσχόμενα. Οι παράγοντες και οι παραγοντίσκοι, που δεν άρθρωσαν ούτε λέξη για την κατάντια της ελληνόγλωσσης εκπαίδευση τόσα χρόνια, μίλαγαν με θέρμη για το νέο σχολείο – «όνειρο του Ελληνισμού του Μονάχου», και έψαχναν όλοι τρόπους να βρεθούν σε μια φωτογραφία με τα εξκαφικά και τις σιδερόβεργες. Αλλά, αν ρώταγες ποιο το μέλλον της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης, γιατί τα παιδιά μας πρέπει να πάνε στα φροντιστήρια και γιατί μας σπρώχνεται άνευ όρων στο Γερμανικό εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο δεν έχει πρόνοια για την ομαλή ένταξη τους στη Γερμανική κοινωνία, δεν υπήρχαν ποτέ απαντήσεις. Ή υπήρχε μία : «Ας φτιαχτεί το σχολείο και βλέπουμε…»
Μόνη προοπτική ήταν και είναι η οργανωμένη μέσα από τα συλλογικά όργανα του εκπαιδευτικού κινήματος αλλά και των συνδικαλιστικών και άλλων οργανώσεων των εργαζομένων η ουσιαστική και με κάθε τρόπο αναβάθμιση της εκπαίδευσης των Ελλήνων μεταναστών. Είτε αυτή σημαίνει ιδιόκτητες εγκαταστάσεις είτε Δωρεάν συγγράμματα, είτε εκπαιδευτικούς. Αλλά ουσιαστικά εκπαίδευση ανάλογη των προσδοκιών και των αναγκών των Ελλήνων εργαζομένων μεταναστών στη χώρα υποδοχής. Τέρμα οι σωτήρες και οι εργολάβοι.
Η δύναμη είναι στα χέρια των εργαζομένων! Και μόνο εκεί. Το παράδειγμα του Ελληνικού Σχολείου Μονάχου, αυτό έδειξε!